10.12.07

O ΘΛΙΜΜΕΝΟΣ ΝΑΥΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΒΡΕΓΜΕΝΟΣ ΓΑΤΟΣ

Μια φορά και έναν καιρό, ήταν ένα ξύλινο ναυτάκι σε ένα ράφι ενός παλιού παιχνιδοπωλείου. Ένα ναυτάκι μικροσκοπικό, όσο κι ένα όρθιο δάκτυλο. Αυτό το ναυτάκι ήταν μάλλον από την Κρήτη γιατί είχε απ’ τη μια σχέση με τη θάλασσα (εφ’ όσον ήταν και ναυτάκι), και απ’ την άλλη, γιατί είχε ένα μεγάλο τσιγκελωτό μουστάκι.

Φορούσε μια μπλε, ζωγραφιστή στο χέρι, στολή, με μια ριγέ άσπρη-μπορντώ μπλούζα και έναν λευκό μπερέ, με μια μπορντώ ξύλινη φουντωτή φούντα. Το ναυτάκι ένοιωθε πολύ ξεχωριστό, γιατί σε αντίθεση με όλα τα άλλα παιχνίδια στο μαγαζί... ήταν ζωντανό! Είχε συνείδηση, και το καταλάβαινε. Μπορούσε να ακούει, να σκέφτεται, και τις νύχτες όταν ήταν μοναχό του, και το έλουζε απ’ τη βιτρίνα το φεγγαρόφωτο και η λάμψη των αστεριών, τραγουδούσε ατέλειωτα αυτοσχέδια τραγούδια με την υπέροχη φωνή του, ψάχνοντας να βρει την τέλεια μελωδία που θα το έκανε να αισθάνεται λίγο λιγότερο μοναχό στο έρημο ράφι του.
Γιατί το ξύλινο αυτό παιχνιδάκι, εκτός του ότι ήταν μονάχο του, είχε και ένα πάρα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Ήταν τρομερά ασταθές. Δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια του. Στεκόταν συνεχώς όρθιο πάνω σε μια μαύρη, κυλινδρική βάση που όταν την πίεζε κάποιος από κάτω, το φτωχό το ναυτάκι, σωριαζόταν κάτω, σαν να λύνονταν τα γόνατά του, και, ανίκανο να ξανασηκωθεί, περίμενε υπομονετικά να επιστρέψει η βάση στη θέση της.

Το ναυτάκι, λοιπόν, παρόλο που ήταν ξύλινο, είχε πολύ θερμή καρδιά, που έκαιγε σαν κόκκινο τριαντάφυλλο. Και απέδιδε αυτή του την αστάθεια στο ότι δεν είχε βρει ποτέ κάποιον να αγαπήσει πραγματικά αλλά και ν΄αγαπηθεί απ΄ αυτόν. Έτσι, τις φεγγαρόλουστες νύχτες, για να παρηγορεί τον εαυτό του, τραγουδούσε με την υπέροχη φωνή του για την αγάπη του που περίμενε να ρθει. Και πάντα, κάθε ημέρα, που το μαγαζί ήταν ανοιχτό, είχε διαρκώς το βλέμα του προς τα πάνω μήπως περάσει η αγάπη του και δεν την δει, και τα χέρια του απλωμένα μπροστά περιμένοντας μιαν αγκαλιά. Μα τίποτα...

Ένα κρύο βράδυ μιας πρωτοχρονιάς με μεγάλο φεγγάρι και πολλά αστέρια, ήταν για μια ακόμη φορά μοναχό του στο ράφι του και ένοιωθε τόσο – μα τόσο μόνο, που άρχισε να τραγουδάει ένα τραγούδι για τη μοναξιά του. Ένα τραγούδι που δεν το ΄χε ξαναπεί ποτέ και ήταν τόσο – μα τόσο συγκινητικό, που άρχισε για πρώτη φορά να κλαίει. Του έκανε τόση εντύπωση που έκλαψε, γιατί δεν ήξερε ότι μπορούν τα ξύλινα παιχνιδάκια να το κάνουν αυτό, και αυτή η σκέψη το έκανε να κλαίει περισσότερο...
και να τραγουδάει...
και να κλαίει...
και να τραγουδάει...
και να κλαίει... τόσο, που τα μάτια του από μαύρα άρχισαν να γίνονται σκουρογκριζοπράσινα, και τα δάκρυά του άρχισαν να στάζουν στο από κάτω ράφι, πανω στη μουσούδα ενός γκρι-άσπρου πλαστικού γάτου...

-«Νιαααααρ!», φώναξε ο γάτος, «με έκανες μούσκεμα!! Εεε.. Merci!»
-«Τι;; Μιλάς κι εσύ!», απόρησε σκύβοντας όσο μπορούσε πάνω στη βάση του το ναυτάκι, για να δει τη γάτα από κάτω.
-«Και βέβαια μιλάω bien-sur, και νιαουρίζω, όταν πέφτουν μαγικά δάκρυα στην μουσούδα μου! Μagique, ξέρεις; Γι’ αυτό σ΄ευχαριστώ – παρόλο που σαν γάτα απεχθάνομαι το μπάνιο», είπε ο γάτος και άρχισε να τεντώνεται σαν να ήταν ακίνητος για χρόνια.
-«Μόνο τότε; Όταν πέφτουν μαγ.. μαγικά δάκρυα στην ωραία σου μουσούδα! Δηλαδή έχω μαγικά δάκρυα;;», ρώτησε έκπληκτο το ναυτάκι, κι έσκασε ένα χαμόγελο.
-«Και βέβαια έχεις μαγικά δάκρυα, επειδή κρύβεις αγάπη μέσα σου! Amour, ξέρεις;», απάντησε υπεροπτικά ο γάτος. «Αλλά, πες μου τί σ΄έπιασε και κλαις, και τραγουδάς; Χμμ… Και τί ωραία φωνή… C’ est bien melodique!»
«... Τι αλλόκοτο γατάκι», σκέφτηκε το ναυτάκι...
-«Άντε, τι με κοιτάς έτσι;» είπε πάλι το γατόνι, « Πες μου γρήγορα, πριν στεγνώσουν τα δάκρυά σου απ’ τη μουσούδα μου και ξανακοκκαλώσω!»
-«Εεε, ναι! Να..» είπε γρήγορα το ναυτάκι, «να, δεν μπορώ να σταθώ στα πόδια μου πολλές φορές. Και επίσης νοιώθω πολύ.. πολύ μόνο μου εδώ πάνω στο ράφι!»
-«Χμμμ... κι εγώ νοιώθω πολύ πιασμένος, γιατί ξέρεις, πολύ σπάνια κλαίει κάποιος με μαγικά δάκρυα πάνω στη μουσούδα μου, ώστε να ξυπνώ και να ξεμουδιάζω», είπε ο γάτος.
-«Ε, τότε, εφόσον μπορώ, θα κλαίω κάθε φορά πάνω στη μουσούδα σου προκειμένου να με βοηθήσεις!» , είπε χωρίς καλά καλά να το σκεφτεί το ναυτάκι.
-«Vraiment?? Τέλεια! Λατρεύω τον ύπνο, αλλά είναι απαραίτητο πότε πότε να ξυπνάω κι εγώ... καταλαβαίνεις. Χμμ... μάλλον οχι, εσύ είσαι πάντα σχεδόν ακίνητο πάνω στη βάση σου... Καλά, άσε με να σκεφτώ...», είπε ο γάτος ξύνοντας με το πίσω δεξί πόδι του, πίσω από το δεξί αυτί του, και ξαφνικά αναφώνησε, «... Voila! Ίσως μπορώ τελικά να σε βοηθήσω!!».

Σκίρτησε η καρδιά του ναύτη από χαρά, μα πάνω που πήγε να τον ρωτήσει με ποιον τρόπο θα τον βοηθούσε και πάνω που τέντωσε τα αυτιά του να ακούσει την συνέχεια...
!

... είδε έκπληκτος ότι ο περίφημος γάτος στο από κάτω ράφι είχε γίνει ξανά πλαστικός και ακίνητος!!!

«Όχιιιι!», φώναξε απελπισμένα! «Όχι τώρα που θα μάθαινα τι πρέπει να κάνω!!. Τώρα πώς θα ξαναζωντανέψει;;Πρέπει πάλι να αρχίσω να κλαίω. Πώς όμως! Μια φορά εχω κλάψει στη ζωή μου: πριν λίγο, που τραγουδούσα αυτό το... το... Ναι! Αυτό είναι! Αυτό το Τραγούδι!!» , είπε, και βάλθηκε να θυμηθεί τη γλυκόπικρη μελωδία της μοναξιάς του, τη μελωδία της αγάπης του, που το έκανε τόσο να συγκινηθεί και να βάλει τα κλάμματα πριν λίγο... και τελικά τα κατάφερε!
Ποτάμι έτρεχαν και πάλι τα δάκρυα από τα μάτια του, τόσο που από σκουρογκριζοπράσινα που ήταν, έγιναν ανοιχτογκριζοπράσινα...

... Η γάτα ξαναπετάχτηκε όρθια φωνάζοντας

-«Ουάου! Δεν έχω ξαναπιάσει τέτοιο χρόνο! Πρώτη φορά έχω τόσο γρήγορο ξαναξεπάγωμα! Maqnifique!!»
-«Πες! ΠΕΕΕΣ!», φώναξε από πάνω ο ναύτης...
-«Τι; Ποιός; Α! Εσύ! Ναι, ναιιι... βέβαια! Τι έλεγα;Ξέρεις, η μνήμη από πάγωμα σε ξεπάγωμα, κάπου χάνει και...»
-«’ΒΟΥΑΛΑ!’, είπες, και, ‘νομίζω πως ξέρω πως να σε βοηθήσω’, και μετά πάγωσες!!!», ούρλιαξε το ναυτάκι σκουπίζοντας τα τελευταία του δάκρυα.
-«Ναι, μη φωνάζεις όμως! Εκτιμώ το ότι μπήκες στη δυσάρεστη θέση να ξανακλάψεις για μένα, αλλά λίγη υπομονή δε βλάπτει. Ναι, θυμήθηκα το πρόβλημά σου! Ξέρεις, θέλω λεπτομερή, specifiquement ανάλυση του προβλήματός σου... και βέβαια να μου πεις τι κάνεις και κλαις!»
-«Χα,χα! Με κάνεις και γελάω γατούλη! Οκ, θα σου πω...»

Κι έτσι, μετά από πολλές νύχτες, με πολλές εξηγήσεις και συζητήσεις, γέλια , και φυσικά, πολλά πολλά μαγικά δάκρυα, ο γάτος έγινε στενός φίλος με το ναυτάκι και το ναυτάκι άρχισε να νοιώθει πολύ καλύτερα. Η λύση τελικά που υποσχέθηκε το γατάκι στον μικρό ναύτη, βρισκόταν στο κολλάρο του γάτου. Γιατί είχε πάνω γραμμένο ένα μαγικό ξόρκι που μόνο ο γάτος δεν έφτανε και δεν έπρεπε να διαβάσει, και έτσι αποφάσισε να δωρίσει το ξόρκι του στον φίλο του το ναυτάκι. Ένα ξόρκι που θα μπορούσε να μεταμορφώσει αυτόν που θα το διάβαζε σε ό,τι ήθελε!

Πολλά πέρασαν από το μυαλό του ναύτη. Σε τι να μεταμορφωθεί; Να γίνει άνθρωπος και να φύγει; Να γίνει πουλί και να πετάξει... δεν ήξερε τι να αποφασίσει. Δεν ήταν πλεονέκτης, ήταν ένα παιχνίδι, δεν ήθελε να μεταμορφωθεί σε κάτι εντελώς διαφορετικό, ήθελε απλά να αγαπάει και να αγαπηθεί, και να γίνει επιτέλους κάτι με τα ασταθή πόδια του!
Αλλά τελικά ό,τι κι αν σκεφτόταν, μια σκέψη πάντα το συγκρατούσε: δεν ήθελε να αφήσει τον γάτο. Ίσως αυτό που άρχιζε να νοιώθει γι’ αυτόν, είναι αυτό που λέγεται Αγάπη.

«Λες; Λες Να βρήκα αυτό που έψαχνα;», αναρωτήθηκε. Και μετά χαμογέλασε και είπε, «Λοιπόν, να τι θα κάνω!»

Διάβασε από ψηλά λοιπόν το ξόρκι, έσφιξε τα μάτια και έκανε την ευχή... και αμέσως μεταμορφώθηκε!

Ο γάτος έμεινε άφωνος όταν είδε τις λάμψεις και ένοιωσε το κολάρο του να τον σηκώνει και να τον οδηγεί στο ράφι του φίλου του και τότε, δεν πίστευε στα μάτια του!
-«Μiracle! Nιααααρ!», ο γάτος..
Το πρώην ξύλινο ναυτάκι ήταν πια σε ένα υπέροχο, ξύλινο μουσικό κουτί, με το ναυτάκι πια μέσα αλλαγμένο, με ολόασπρη από τα μάγια επιδερμίδα και πολύ ανοιχτόχρωμα, γκριζοπράσινα μάτια, να εκμεταλλεύεται πια την αστάθειά του προσπαθώντας να ισορροπήσει, χορεύοντας πάνω σε μια κόκκινη μπάλα! Η δε καρδιά του, είχε ανοίξει και φαινόταν σαν τριαντάφυλλο, κι αυτό από τη χαρά του που βρήκε τον αληθινό εαυτό του και την αγάπη του για τον γάτο, και την αγάπη του γάτου γι’ αυτόν!

Έτσι, διάλεξε με την ευχή του, το κουτί στο φόντο να έχει πάντα έναν φεγγαρόφωτο ουρανό και να παίζει τη μελωδία του μια ορχήστρα κρυμμένη σε ένα τσίρκο στο βάθος, ώστε να είναι πάντα πιο εύκολο γι αυτόν να τραγουδάει και να δακρύζει όλο και συχνότερα για να χει κοντά του τον φίλο του τον γάτο, που κι αυτός με τη σειρά του του κούρδιζε όποτε ήθελε το μουσικό κουτί.
Το ύφος του ήταν χαρούμενα θλιμένο και είχε πάντα ένα δάκρυ εύκαιρο στο μάγουλό του. Ξύρισε και το μουστάκι, για να μην εμποδίζει τα δάκρυα να τρέχουν προς τον γάτο όταν χρειάζεται. Για να ταιριάζει στο μουσικό κουτί, έβαλε και μια παρδαλή στολή κλόουν από τσίρκο, πήρε και ένα τόπι κ μια τρομπέτα και έγραψε μια επιγραφή που έλεγε “Eternal Love”, για να μην ξεχνούν ποτέ ούτε αυτός, ούτε κι ο γάτος τι είναι αυτή η χαρμολύπη που του έφερε κοντά και τους ενώνει για πάντα.

Δεξιά κι αριστερά του κουτιού άνοιξε και δύο πύλες ώστε να μπορεί να μπαινοβγαίνει με το γάτο στο κουτί, μα και να ταξιδεύουν σε άλλους, φανταστικούς κόσμους και να γνωρίζουν και άλλα, παράξενα, ερωτευμένα πλάσματα...

... και ήμουνα κι εγώ εκεί,
και το τρύπιο μου τ’ αυτί!

FIN


ΥΓ> Στον Ροδόγατο

2 Comments:

Blogger Tom84 said...

Παραμύθι, μύθαρος...
Στην καρδια μου σπίθαρος!

Δεν έχω άλλα λόγια να το περιγράψω... Τόσο μαγικό όσο τα μαγικά δάκρυα! Ένιωσα τις λέξεις, τόσο μαγικές και αυτές, να κυλούν σαν δάκρυα στην καρδιά μου και να ζωντανεύω, να ξυπνάω για λίγο, να ξυπνάει η ψυχή μου...

Να' σαι καλά ναυτάκι! Και με την καρδιά σου πάντα ανοιχτή σαν τριαντάφυλλο γιατί υπάρχει η ΑΓΑΠΗ! ΝΑΙ, ΥΠΑΡΧΕΙ!!!

2:47 AM  
Blogger neraidoskonismenh..darling said...

πανέμορφο απλά!
συνεχισε να μας ταξιδεύεις με ωραία χειροποίητα παραμύθια.

μακαρι να χε όλος ο κόσμος την καρδιά του ανοιχτή σαν τριαντάφυλλο.

Η αγάπη υπάρχει κι εμφανίζεται σ'αυτούς που θέλουν ναγαπήσουν και ναγαπηθουν.

12:40 AM  

Post a Comment

<< Home